ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ
Κόκκινο χώμα ,κίτρινα άνθη
Αχ! πως αλλάζει ο καιρός
Οι άνθρωποι σκέπασαν
με τόσο πόνο την ζωή
ανάμεσα στον Ήλιο και το Φεγγάρι
πίσω από τις κλειστές πόρτες
και τις κρυφές γωνιές των σπιτιών
το πέρασμα που αφήνει η ψυχή
στην Αγρύπνια ,στην μεγάλη εκκλησία
στην μεγάλη πίστη
Σε ένα αγνοούμενο ξωκλήσι ,χαμένο
στις κόκκινες μηλιές και στις
άσπρες πέτρες
Άγγελοι αφήνονται στα χρώματα
στους ήχους και την σιωπή
Και οι άνθρωποι δεν αρνήθηκαν
την θρυμματισμένη ζωή
στα λευκά μαλλιά τους και στο ρίγος
των σωμάτων τους ανυπεράσπιστοι
και αταίριαστοι ανάσαιναν την νύχτα
στου ίδιου δρόμου το τυχαίο μονοπάτι
Πώς να αρνηθείς την αγάπη
στων ανθρώπων τις καρδιές πάντα θα ξεχωρίζει
Κάθε πρωί ο θόρυβος
Τα νιάτα , την ομορφιά και την ζωή κερδίζει
AND THEY DIDN'T REFUSE
Red soil, yellow flowers
Ah! how the weather changes
People covered
with so much pain life
between the Sun and the Moon
behind closed doors
and the hidden corners of houses
the passage left by the soul
in vigil, in the big church
in great faith
In a missing chapel, lost
red apples and
white stones
Angels are left in the colors
in sounds and silence
And the people did not refuse
the shattered life
in their white hair and shivering
of their bodies defenseless
and unmatched they breathed the night
on the same road the random path
How to deny love
in people's hearts will always stand out
The noise every morning
It wins youth, beauty and life
ΗΡΩΕΣ
Φύλλα και δάχτυλα
στα δένδρα που δεν έχουν
όνομα ξεχασμένα
Ο καιρός μέσα στην μνήμη
μέσα στο χώμα
ψυχή και πνεύμα
Λυγερά λουλούδια
Χιλιοφιλημένα
στο πρώτο μοσχοβόλημα
ματωμένα
Στάσου ταξιδιώτη……
στου παγωμένου Ήλιου
τον θρήνο
το Χρυσό στάχυ
να καρπίσει
Σκόρπια κορμιά
στην άγνωστη πέτρινη πολιτεία
με τους λευκούς αγγέλους της αρετής
και της δόξας βυθισμένα
Σώπασαν οι ανάσες
ταξιδιώτη
οι φίλοι μας
πουλιά που
πιάστηκαν στην ξόβεργα
λαβωμένα
HEROES
Leaves and fingers
in the trees they do not have
name, forgotten
The weather in the memory
into the soil
soul and spirit
supple flowers
a thousand times kissed
in the first fragrant
bloodstained
Stay Traveler ......
to the frozen Sun
the lamentation
the golden ear
to bear fruit
Scattered bodies
in the unknown stone town
with the white angels of virtue
and her glory, these sunken
fallen silent the breaths
traveler
Our friends
birds who caught in
birdlime wounded
Eftichia Kapardeli
Heronjtë
Gjethe dhe gishta
pemëve që s’kanë
emrin haruar
Koha mes kujtesës
brenda dheut,
shpirt edhe frymë.
Lule nurëzuar
Puthur mijra herë
arromës së parë
prej gjakut mbuluar.
Ndalu udhëtar
në të ngrririn e Diellit
vajtim,
kallëza e Artë
kokrra të lidh
Trupa të shpërndarë
në të panjohurin, qytetin e gurtë
me ëngjëjt e kaltër të dijes
dhe krenarisë të vrarë
Heshtën frymimet
udhëtar
shokët tanë
zogj të grackuar,
kapur degës cullake
plaguar!
Shqipëroi: Vasil Çuklla
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου