The Quiver Review special for me Thank you so much with many -many thanks I am grateful
Thanks dear Kapardeli Eftichia for your poems. The Quiver Review is happy to publish the same https://www.thequiverreview.in/.../kapardeli-eftichias...
KAPARDELI EFTICHIA'S POEMS
ΧΡΟΝΙΑ ΑΚΙΝΗΤΑ-ΧΡΟΝΙΑ ΞΕΝΑ
Με λούζει με το φως
η ασάλευτη μορφή του φεγγαριού
πέτρες σκαλισμένες σε απείθαρχα ποτάμια
Ηχούν παράξενα
πάνω στις στέγες όλη την ημέρα
τα πουλιά δεν ησυχάζουν πια
Χρόνια ακίνητα ,χρόνια ξένα
Αφώτιστοι δρόμοι που ασφυκτιούν
Χέρια που αδιαφορούν,
μάτια που το κενό χαράσσουν
Πάντα μου άρεσαν εκείνα τα άνθη
που τύλιγαν των ανθρώπων τις κρυμμένες σκιές
στων χρωμάτων το ερημικό ακρογιάλι
Περνώ ολομόναχος από την ερημιά
Και οι φίλοι σε ένα άδειο
σπίτι κλεισμένοι,τον κύκλο του
πεπρωμένου σχεδιάζουν κρυφά
Χρόνια ακίνητα χρόνια ξένα
Δίχως δίκαιη μοιρασιά
Βαθιές οι ρίζες, οι καρποί
τελευταίοι
και εκείνες οι παιδικές ιστορίες
στο παράθυρο του μυαλού
Αιώνια παγιδευμένες
Χρόνια που λησμονείς, χρόνια που σωπαίνεις
YEARS OF REAL ESTATE
YEARS FOREIGN
It bathes me with light
the invincible form of the moon
stones carved into unruly rivers
They sound strange
on the roofs all day
the birds are no longer quiet
Years of real estate, years of foreign
Unlit streets that suffocate
Hands that do not care,
eyes that carve the void
I always liked those flowers
that enveloped the hidden shadows of the people
in the colors of the deserted beach
I walk alone through the wilderness
And friends on an empty
house closed, its circle
destiny plan secretly
Years real estate years foreign
Without a fair share
Deep roots, last fruitage
and those children's stories
in the window of the mind
Eternally trapped
years you are silent, Years you forget
ΦΥΣΗ
Νούφαρα πανέμορφα με διάφανους βλαστούς
καταρράκτες που κυλούν
στην μέση του απέραντου πράσινου
Παρασύρομαι από το ρεύμα τους σαν νέο βλαστάρι
που στην δύναμη τους μοιάζει χαμένο στην λάσπη
Πώς να κοιμηθώ στην γη μυστικά
που από τα σώματα των λουλουδιών
σκορπισμένα στο ζεστό της σώμα μοσχοβολά
Γλιστρώ με τις ριπές του ανέμου
στα μεγάλα ειρηνικά φύλλα του Φοίνικα κοιτώ ψηλά
Τρεμοφέγγω και εγώ σαν τα άστρα στην μέση της νύχτας ηδονικά
Η σιωπή της πόλης , το όνειρο ,η φαντασία , η άγρυπνη μνήμη , η περιπλάνηση
Η φύση πάντα θα μας πληγώνει και γλυκά θα μας ελευθερώνει στην δική της ομορφιά
NATURE
Water lilies gorgeous with transparent shoots
waterfalls where they flowin the middle of the vast green
I drift off their stream as a new sprout that in his power
it seems lost in the mud
How to Sleep secret on Earthwhere from the bodies of the flowers scattered in her warm life body fragrant
I glide at the gusts of the windin the big Pacific Palm leaves, I'm looking high upI am also flickering with pleasure in the middle of the night like the stars
The silence of the city, the dream, the imagination, the sleepless memory, the wandering
Nature always hurts, but it always so sweet frees us
Η ΠΑΝΑΓΙΑ
Χάλκινοι ήχοι σε εκείνο
το μικρό ξωκλήσι της Παναγιάς
στο ακίνητο μεσημέρι ενός
καλοκαιριού, αργόσυρτοι ....λιώνουν
καθώς το αέρα μαστιγώνουν
***
Στην μικρή αυλή
στην νοτισμένη γη
των αγριόκρινων την
Αγιότητα
Πνοή ζωής φυλά
***
Στα ανάερα σύννεφα
ακίνητος
στον ουρανό ο σταυρός ακουμπά
η σκεπή κάτω από τον
φλογισμένο ήλιο λαμποκοπά
Και η Κυρά-Παναγιά
σε ουράνια δόξα
στην άσπιλη λευκότητα
με καρτερά
Lady Mary
Brass sounds in that
the small church of Saint Virgin Mary
noon a property
summer, slow-moving melt....
as the wind whipped
***
In the small courtyard
the moist earth
of iris
Holiness guard
breath of life
***
The ethereal clouds
motionless
the sky the cross rests
the roof under the
flaming sun glisten
And the lady Mary
in heavenly glory
the immaculate whiteness
she is waiting for me
Η ΑΠΕΡΑΝΤΟΣΥΝΗ
Στην ρίζα ενός δένδρου
Ένας κόσμος κοιμάται, αγκαλιασμένος
Το καλοκαίρι κοιμάμαι
στων Αγγέλων τις φτερούγες
και αυτές οι ουράνιες γλυκές καρδιές
Φυλαχτό μοιάζουν αλλόκοτων
Καιρών
Oι φωνές τους είναι ήχοι που αναστατώνουν
τις αποστάσεις των χρόνων……...
Μα εγώ ξεχάστηκα
Στον βαθύ πρώτο ύπνο
των σπαρμένων αστεριών
στου ουρανού την μνήμη
την απεραντοσύνη
The infiniteness
At the root of a tree
A world is sleeping, embraced
In the summer I sleep
to the Angels' wings
and these heavenly sweet hearts
Amulet look like bizarre
times
Voices are disturbing sounds
the distances of the years
But I forgot
In deep first sleep
of sown stars
in the sky the memory
the vastness
ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ
Παλιές πέτρες χορταριασμένες
στο φωταγωγημένο
λιμάνι του Ορίζοντα
***
Ρίζωσε το άδικο και
οι απλοί καλοί άνθρωποι
ξαγρυπνούν στην οδύνη
***
Στην ίδια πατρίδα
με αίμα αδελφικό
η μοίρα σωπαίνει
κρυμμένη
***
Όμως πίσω από τα
παράθυρα το όνειρο
σκέπασε τις γυμνές ώρες
και έπλασε το φως
με τρυφερότητα και καλοσύνη
***
Ταξιδεύουν ............
της αγάπης οι καρποί
μοίρασαν την καρδιά μας
στον αθώο ουρανό
Καλοί άνεμοι
IN THE SAME COUNTRY
Old stones weedy
the floodlit port
of horizon
***
Rooted injustice and
simple good people
sleepless in pain
***
In the same country
blood fraternal
fate is silent
hidden
***
But behind
windows dream
has covered the naked hours
and coined the light
with tenderness and kindness
***
Traveling............
the fruit of love
divided our heart
the innocent sky
good winds
ΕΙΜΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗ
Εποχές ,ζωές ,αποδράσεις
Ξεχειλίζουν
Σημαίες ,νίκες ρομφαίες λευκές
Χορευτές φωτιάς
Tου φωτός Χρυσαλίδες
σε σώματα ρευστά
Το τριαντάφυλλο μιας κόκκινης καρδιάς
κρυμμένο στης αγάπης την αθώα ομορφιά
Με του Ήλιου το λευκό ένδυμα
Και τα φιλιά στα μάγουλα
Ω!!Είμαι ελεύθερη πια
I AM FREE
Seasons, lives, escapes
They overflow
Flags, victories, swords white
Chrysalis in fluid bodies
Fire dancers of light
The rose of a red heart
In love the innocent beauty hide
In the white garment of the Sun
And the kisses on the cheeks
Ah!! I am now free
ΜΥΣΤΙΚΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ
Μεγάλωσε το σώμα της σκιάς
δυο φωτεινές γραμμές την γη χαράζουν
Ρίζες στα σπλάχνα της έγιναν
Τα χέρια μας
Και τα χείλη μας διψασμένα
Πάντα τα φιλιά προσμένουν
Μια λευκή κάμαρη στους
μακρινούς ανέμους η καρδιά μου
στην βουή λαβωματιές ,χαλάσματα
ρωγμές τα βάσανα
Η ψυχή όμως περίσσεια περνά
την φωτιά ,το φως μοιράζει
Απομακρυσμένοι αιώνες
τον Ήλιο κρατούν αγκαλιά
Ξενυχτώ στις θάλασσες, στους λόφους
στον ουρανό, στα βουνά
Εκεί που τα λουλούδια λάμπουν
Εκεί που η βροχή με την γόνιμη γη ερωτοτροπεί
Εκεί που τα πουλιά ακόμα φλυαρούν
και τα ποτάμια ξαγρυπνούν
Μουσκεμένα μπουμπούκια
τις μακρινές νύχτες μυστικά ανθίζουν
Παγιδευμένη ανάμεσα σε ένα μικρό βράχο
Ο μόνος μου σύντροφος μια κατακόκκινη όμορφη τριανταφυλλιά που λαμπυρίζει
SECRET ROSE
Grow the body of the shadow
two bright lines carve the earth
Roots were made in her womb
Our hands
And our lips are thirsty
Kisses are always waiting
A white arch in
distant winds my heart
in the roar is wounded, ruins
crack the sufferings
But the soul excess passes
the fire, the light divides
Distant centuries
they hold the Sun in their arms
I spend the night in the seas, in the hills
in the sky, in the mountains
Where the flowers shine
Where the rain with the fertile land flirts
Where the birds are still talking
and the rivers are watching
Soaked buds
in the distant nights secretly bloom
Trapped between a small rock
My only partner
a ruddy beautiful Rose
that shimmers
Μόνος πια
Ένας ξύλινος σκελετός μιας
καρέκλας και στο δωμάτιο
Ένας άνθρωπος, μόνος πια
άσπρο δέρμα ,μάτια χαμένα
κάτω από τα λευκά μαλλιά
Μια μυρωδιά πλανιέται
στις παλιές σκάλες με τις
σάπιες σανίδες
και στην γωνιά ένας τοίχος πέτρινος
που πάνω του ακουμπά
ή βαριά Ακακία
Γυναίκα μοιάζει….
Θρύμματα ψωμιού κολλημένα
στο έδαφος
μια ανεξήγητη ζωή παρατημένη
στην μυρωδιά της πείνας
βουλιάζοντας στην σκόνη και στα
κόκκινα σύννεφα
αδέξια και απροστάτευτη
στους πυρετούς του καιρού
που αργοπεθαίνει
Μόνο της μάνας η κορμοστασιά
στην φωτογραφία θυμίζει
τα διάφανα φτερά στις αναμονές
μιας συντροφιάς σε εκείνα
τα φωτεινά λουλούδια
σε σωρούς ,από χρυσούς, δεσμούς
χαράς
Alone now
A wooden frame of a
chair and in the room
A man, alone now
white skin, eyes lost
under the white hair
A smell lingers
on the old stairs with
rotten planks
and in the corner a stone wall
resting on it
the heavy tree Acacia....
Woman looks like….
Bread crumbs stuck
on the ground
an inexplicable life abandoned
in the smell of hunger
sinking into dust and
red clouds
clumsy and unprotected
in the fevers of the weather
who dies late
Only the body of the mother
in the photo reminds
the transparent wings in anticipation
a companion to them
the bright flowers
in piles, of gold joy
ties
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου