Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΚΑΝΕΛΗΣ -ΕΝΑΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ -ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ













Ο Γιώργος Γκανέλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Είναι καθηγητής Φιλολογίας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Έχει εκδόσει τις ποιητικές συλλογές «Ανάπηροι δρομείς» το 2012 και «Ο σκοπευτής της μνήμης» το 2013, όλες από τις εκδόσεις Στοχαστής.




ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ   ΜΕ ΧΡΩΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΙΛΟ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΗ ΓΙΩΡΓΟ  ΓΚΑΝΕΛΗ 


Όπως όλοι οι ζωγράφοι παίρνουν τα ίδια χρώματα και φτιάχνουν μείγματα που δεν μοιάζουν  μεταξύ τους ,έτσι και στην ποίηση αν και μεταχειριζόμαστε όλοι τις ίδιες λέξεις δεν τις συνθέτουμε με τον ίδιο τρόπο 


" Μήγαρις εχω τίποτις αλλο ,πάρεξ ελευθερία και γλώσσα " ΣΟΛΩΜΟΣ



"Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου "

ΕΛΥΤΗΣ 
Ο ποιητής καλείται να λυτρώσει  την γλώσσα από  τα τα δεσμά που της δίνουν οι φιλόλογοι και να της δώσει φτερά  


ΨΕΜΑ

Στην πόλη τα πλήθη φόρεσαν τις προσωπίδες
ο ήλιος εγκλωβίζεται στους μανδύες του
παρατείνοντας την ήττα των νικημένων,
όλα υπάρχουν σαν το σκούρο φθινόπωρο
στην κόψη της πιθανής μπόρας
όταν το σύννεφο απειλεί και απειλείται
από το πείσμα της φετινής ανομβρίας.
Η εύκολη αλλαγή συναισθημάτων μάτωσε την ψυχή
καθώς τα νεογέννητα χρώματα πνίγηκαν στο γκρίζο
κι η φωτιά του πανικού αναρροφούσε μια σανίδα
σωτηρίας που είχε μείνει. Οι φωνές μας σκορπίστηκαν
τα υπολείμματα της ικεσίας μάς ανήκουν -
τι να ζητήσεις, από πού; Το περιβάλλον στηρίζεται
στα γόνατα του αυστηρού τεχνοκράτη
οι υποσχέσεις για ακίνδυνες απολαύσεις
ένα ψέμα στη δίνη της Ιστορίας.
Γιώργος Γκανέλης '' Ο σκοπευτής της μνήμης ''
εκδ. Στοχαστής, 2013



Η ΣΤΙΓΜΗ

Οι μάσκες άρχισαν να υποχωρούν
τώρα τα πρόσωπα φωτίζονται από ρυτίδες
κι η αντοχή εγκλωβίστηκε σε δωμάτια μπαρόκ.
Στο μεταξύ το βιβλίο της ζωής
γεμίζει από παρανθέσεις
( όλη η ζωή μια παρένθεση χωρίς υπόθεση )
κι οι πρώτες πασχαλιές μια περιφρόνηση
από τα πολλά σκουπίδια
τα στοιβαγμένα μπροστά στις πόρτες μας
κι οι μαργαρίτες μια διαμαρτυρία.
Αυτά τα βλέπεις κάθε πρωί
που λογαριάζεις τη μέρα αλλιώς
ενώ εκείνη έχει τις δικές της αρχές
κι εσένα σ' αφήνει να μετράς τις ώρες της
μήπως κι απομονώσεις μια Στιγμή
που χρόνια παζαρεύεις στα βιβλία,
ακόμη και σε γιορτές και σ' επετείους
σ' όλες τις αργίες που μυρίζουν ξεκούραση
εσύ κυνηγάς δύσκολους ουρανούς:
η κρυφή γοητεία της αλήθειας.
Γιώργος Γκανέλης ''Ανάπηροι δρομείς ''
εκδ.Στοχαστής, 2012



Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Υποδεχτήκαμε το απροσδόκητο σιωπητήριο του φιλιού
με αϋπνία και τσακισμένα φτερά· μετά η καταιγίδα
φυτά που προδικάζουν μια καχεκτική ανάπτυξη
κρύο το δάπεδο, φωτιά η τελευταία απουσία σου
κι ένας επαρχιώτης στο πρακτορείο του ψύχους
κι οι λαοί βουλιάζουν μέσα στην τρύπια ειρήνη,
φήμες και σημάδια σεισμών, μάτια χωρίς τη θέα σου.
Πάλι μας πρόδωσες χωρίς να φταις· κανείς δε φταίει
κανείς δε ριζώνει σε μιαν ανεξάντλητη ευτυχία
κι εγώ μια ολόκληρη υπόσχεση για το σώμα σου.
Ένα χελιδόνι χτίζει τη φωλιά του στο σύμπαν
κοιτάζοντας την επιστροφή σου, το νερό έχει δροσιά
όταν ξεπλένει τύψεις· «σε θέλω» μου είπες
κι ύστερα δάκρυσες, σωριάζοντας τις συγγνώμες σου
στα παράθυρα τ' ουρανού, μέσα στα αστέρια.
Μικροί είμαστε· σε θέλω κι εγώ, ίσως απόψε
ίσως για πάντα, μη με γυρίζεις στα χθεσινά λάθη
ακούμπα σ' αυτό το σώμα που υπόσχεται…
Γιώργος Γκανέλης, '' Ο σκοπευτής της μνήμης ''
εκδ. Στοχαστής, 2013



ΑΘΩΟΙ
Αρχίσαμε νωρίς το παιχνίδι που τελειώνει αργά
δώσαμε την ευχή στους ζωντανούς, κλείσαμε το παράθυρο
και μετά αντικρίσαμε τις μορφές
πάνω στο ταβάνι, δίπλα στον τοίχο, παντού.
Το νερό πια είναι πικρό και αλμυρό
σαν τους σκυφτούς εργάτες των ναυπηγείων
που δουλεύουν μέσα στα σίδερα του χειμώνα
και το αγιάζι γίνεται αίμα τους
κι οι καπετάνιοι περιμένουν σινιάλο
για να σηκώσουν άγκυρα, για να σηκώσουν τη ζωή μας
λίγο πιο ψηλά, μεταξύ ουρανού και θάλασσας
ενώ στη στεριά τα ίδια και τα ίδια ανέκδοτα χωρίς γέλιο
μια βουβή κατάληξη κάθε φθόγγος, κάθε ήχος
κι εσύ να χαίρεσαι τη λύπη σου σαν κι εμάς
που έχουμε αντλήσει τα χρώματα απ' τις πληγές·
προχωράμε με βήματα άχαρα και κίτρινα
μια αρρώστια εγκυμονεί στα όνειρά μας
ανήλικα σώματα κοριτσιών προσφέρουν τη γύμνια τους
κι ενώ πλησιάζει η Πρωτοχρονιά χωρίς υποσχέσεις
μονάχα ύμνοι και ψαλμωδίες από το ράδιο
ηχούν στ' αυτιά μας σαν μια χαμένη πατρίδα
χωρίς πόλεμο, χωρίς μάχη.
Κύριε των συναισθημάτων και της ευαισθησίας
δώσε πνοή στις μελαγχολικές μας Κυριακές
δος ημίν μια καθαρή μέρα, μια έναστρη νύχτα
σκέπασε με μανδύες τις ωραιοπαθείς καλλονές
που ενοχλούν τα μάτια μας – είμαστε αθώοι.
Γιώργος Γκανέλης ''Ο σκοπευτής της μνήμης''
εκδ. Στοχαστής, 2013



ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Με ραβδώσεις μοναξιάς γέμισαν οι πλανήτες
ενώ στη γωνιά της αιωνιότητας ο μαραθωνοδρόμος
δύσκολα αντέχει μες στην ακινησία της ψυχής του.
Όλοι ψάχνουν τη θύρα του παραδείσου, περισσότερο εσύ
που ζητάς την καθιέρωση της νύχτας αυτής
με τους ηλεκτρικούς ύμνους και τα λαμπρά κάλαντα
καθώς το φεγγάρι σ' αποπλάνησε για πολλοστή φορά.
Μαύρα γιορτινά κοστούμια για ερειπωμένα σώματα
αστραφτεροί σκελετοί στο γυαλί της τηλεόρασης
και το Ημερολόγιο του Ποιητή μια εξαίρεση του αιώνα
χωρίς τη φανταχτερή επέλαση των κεραυνών,
σελίδες γραμμένες στα δωμάτια της σιωπής
φτηνά υλικά, ξεβαμμένα χρώματα - σελίδες για λίγους.
Και το Ημρολόγιο του Ποιητή στην τελευταία σελίδα:
αύριο ποιος θα μας περιθάλψει;
31/12/90
Γιώργος Γκανέλης '' Ο σκοπευτής της μνήμης ''
εκδ. Στοχαστής, 2013

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Όλοι θεωρήσαμε το παιχνίδι αυτό βολικό
το παιχνίδι της ομίχλης το απόγευμα
την ώρα που κοιτάζαμε φθαρμένα τοπία
με τις ελάχιστες υποσχέσεις ή τις πολλές
μόνο για τους επιτήδειους των μυστικών.
Το θεωρήσαμε βολικό
ίσως γιατί μας τυφλώνει:
τις εκδρομές εκείνες στην Πάρνηθα και στο Μαραθώνα
δεν τις συλλογιζόμαστε με τα μάτια·
μόνο με το νου.
Αυτά τα παιδιά στην πλατεία
μου θύμισαν και πάλι την παλίρροια
των πόθων, μπορεί και των φίλων
που δεν ήθελαν να ξέρουν τίποτα.
Είχε δίκιο εκείνος ο άνθρωπος·
«οι δρόμοι είναι παγίδες» είπε
κι έδειξε μιαν άδεια καρέκλα στο βάθος του μαγαζιού.
Το θεωρήσαμε βολικό χωρίς να το πιστεύουμε:
όταν πλησιάζεις τις μορφές απομακρύνεσαι
θέλω να πω διστάζεις να ξεδιπλωθείς
να σπάσεις τα παγόβουνα που διογκώνονται
από ακατανόητες συμπτώσεις.
Τώρα καταλαβαίνω τη μελαγχολία του καλλιτέχνη
που εκτίθεται στο κοινό
την ανασφάλεια της πρώτης αγάπης
τα κόκκινα φώτα στα φανάρια και στα υπόγεια.
Η ομίχλη πλαισιώνει τις σκιές στις αποβάθρες
των λιμανιών·
εμάς η λήθη.
Γιώργος Γκανέλης '' Ανάπηροι Δρομείς ''
εκδ. Στοχαστής, 2012


Ο ΣΚΟΠΕΥΤΗΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

Για μια στιγμή ζητήσαμε τις ρίζες της επιστροφής
κι αμήχανοι συλλαβίσαμε τα λόγια μιας άλλης Ελλάδας
γυρεύοντας πολιτείες αδιαμόρφωτες
χτισμένες με τις τύψεις των ηρώων
κι ύστερα θα γυροφέρνουμε τις γειτονιές που δεν γκρεμίστηκαν
κι αύριο, μικροί κι απροστάτευτοι θα σαλπίζουμε στους αιθέρες
μήπως κι ακουστούμε μέσα στους θάμνους και τις σπηλιές,
μια ηχώ που σε γυρίζει πίσω στο εξήντα
όταν οι μηχανές γεννιόνταν μαζί μ' εμένα.
Κομμένα τα πεζοδρόμια, ελεύθεροι οι φονιάδες
οικόπεδα και σφαγεία ανέβηκαν στις πλάτες μας
και μας πατούνε, και το καφενείο έγινε κέντρο πολυτελείας,
όλα τα κορμιά ντύθηκαν τα θέλγητρα που σκοτώνουν
ένα λουτρό κίτρινου αίματος σπαρμένο με γαρίφαλα
μια δίψα για ν' ανεβούμε στα τελευταία διαζώματα του πολιτισμού
κι ύστερα, παροπλισμένοι απ' τα δρομολόγια της ανίας
θα περιπέσουμε στα λευκά σεντόνια μιας παρθένας
νηστικοί και σκεφτικοί σαν το καράβι που προσάραξε
σαν τους ορειβάτες που χάθηκαν στον Όλυμπο
ψάχνοντας τα ίχνη των δώδεκα θεών και της ψυχής σου.
Τενεκέδες και σύρματα, νυστέρια και περιπολικά
και τα παιδιά σου στα κατώφλια των κλινικών
να παίρνουν φάρμακα για να επουλώσουν τις πληγές
που άνοιξαν οι οβίδες της μοναξιάς'
μη με ρωτάς για το σκοπευτή της μνήμης
του ξέφυγε η σκανδάλη κι οι σφαίρες μια λησμονιά
που έζωσε την πόλη, μια μολυβιά διαγραμμένων ημερών.
Φωτογραφίες και διαφημίσεις κύκλωσαν τα μάτια μας
τώρα τυφλοί ζητιάνοι μες στις μεγάλες λεωφόρους
διασχίζουμε τις έρημες αφίσες που μας χαμογελάνε
όταν δεν ακούς πια τίποτα εκτός απ' τη φωνή σου
τα πρωινά, που μ' ένα τσιγάρο
γίνεσαι πυροτεχνουργός και ολοκαύτωμα.
Γιώργος Γκανέλης, " O σκοπευτής της μνήμης ''
εκδ. Στοχαστής, 2013



ΔΙΑΚΟΠΗ

Ένα όχι στεγάζεται στα χείλη σου
μικρή γόησσα της ήρεμης οργής -
δεν έχω πια καμιάν απαίτηση απ' το κορμί σου.
Οι ουρανοί μοιράζουν την ανομβρία τους
ανάμεσα στα πεζοδρόμια της Πανεπιστημίου
και στην αβεβαιότητα των αυθόρμητων όρκων σου.
Νύχτα καλόβολη με σηκώνει στους ώμους -
πώς μπορούν οι ανίδεοι πάντα να νικούν;
Αιθέρες διαζευγμένοι απ' την ένταση του ανέμου
σου μοιάζουν, κι εσύ να χάνεις την υπομονή
να σκαρφαλώνεις στις μηχανές του μέλλοντος,
μια σιδερένια ατμόσφαιρα την ώρα της απόφασης
σκελετοί από γρανίτη στα λησμονημένα σοκάκια
μια φωνή τρεμάμενη ν' αναδύεται
από φάρυγγα ατσάλινο - η τελική διακοπή.
Ήμαστε μαζί αυτές τις μέρες και μ' ανακούφιζες
μιλώντας για την απλότητα αυτού του κόσμου
τα όνειρα για το αύριο, το μπέρδεμα της ζωής.
Τώρα πια δεν είσαι
ούτε καν μια λωρίδα οξυγόνου στο θάνατο
αυτού του αιώνα του ανάπηρου,
επάνω σου αποθέτω την τελευταία μου σφραγίδα
και σε χαιρετώ, απάτη αυτού του Μάη.
Γιώργος Γκανέλης, " Ο σκοπευτής της μνήμης "
εκδ.Στοχαστής, 2013

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ

Παράθυρα φορτωμένα με ευθύνες
γι' αυτά που είδαν και δε μίλησαν
τα τζάμια η άλλη όψη του ήλιου
παραμορφωμένη
οι αιθέρες κρατούν καλά τα σύννεφα
που διέφυγαν απ' το δωμάτιο.
Μην προσπαθήσεις να προσεταιριστείς
τις υλικές λέξεις
είναι μόνο για όσους μπορούν
να τρέφονται με λόγια πολλά.
Οι άλλες λέξεις θ' αποκρυπτογραφήσουν τη ζωή μας
και θα σου μάθουν να μη ζητάς μεγάλες χάρες
μονάχα το σώμα μου
που περιμένει στη γωνιά το άγγιγμά σου.
Δύσκολες αυτές οι λέξεις
ίσως αμεληθούν γρήγορα
απ' την ανάγκη μιας σύγχρονης ανάγνωσης
της ταλαιπωρίας και της απόστασης.
Αυτά τα νιώθεις όταν επιστρέφεις σ' εμένα
γιατί η ενοχή είναι αφόρητη
τώρα δεν είσαι μόνη
τώρα οι λέξεις σου μπερδεύονται
δεν είναι πια υλικές.
Τα σύννεφα διαλύθηκαν
και τα παράθυρα αθωώθηκαν
και τα τζάμια γέμισαν πια ήλιο
καθώς με φίλησες
κορίτσι των άυλων λέξεων.
Γιώργος Γκανέλης "Ανάπηροι Δρομείς"
εκδ. Στοχαστής, 2012




Η ΤΕΛΙΚΗ ΒΟΛΗ

Πριν την τελική βολή
σκέψου τα λάθη που στέκονται και κοιτάνε
εσένα και τ' απόβραδα των νησιών.
Αυτό το βράδυ το ξέρω καλά
μαζί σκαρώναμε αστεία τον περσινό Αύγουστο
ήσουν κι εσύ ντυμένη με φύλλα, μάλλον κίτρινα.
Τα χρώματα μού αντιστέκονται
κάθε φορά που εξορμώ να κυνηγήσω
φαντασιώσεις καλοκαιρινές των κοριτσιών
με την κατάλευκη άρνησή τους.
Να γιατί τα χρώματα απορρίπτονται
και μένω να κοιτάζω τ' αδέσποτα παιδιά
που συνεχώς μετακινούνται σε ρόλους πιο δύσκολους
Τα παρασκήνια είναι άχρωμα
-ωραίο μέρος για ωρίμανση-
και οι πληγές κόκκινες, ανοιχτές
για όλους τους επισκέπτες.
Το μόνο κλειστό είναι τ' όνειρο.
Γιώργος Γκανέλης, " Ανάπηροι Δρομείς "
εκδ. Στοχαστής, 2012

ΤΟ ΒΑΘΟΣ

Είδα πολλούς ανθρώπους απ' το βάθος τους.
Όπως είναι πραγματικά
φανερώνονται μόνο όταν απελπίζονται.
Τότε επιδίδονται σε μοναχικούς περιπάτους
μπροστά από αστραφτερές βιτρίνες
που σε καλούν να τις επισκεφτείς από κοντά.
Μετά πηγαίνεις σπίτι
κι ακουμπάς τα νεύρα σου στο τραπέζι.
Τα πλένεις, τα σκουπίζεις και τα ξαναφοράς
σαν να ήταν ρούχα που ποτέ δεν παλιώνουν
ενώ εσύ παλιώνεις
κάθε φορά που ζητάς εξηγήσεις από τiς βιτρίνες.
Πολλών ειδών άνθρωποι γυρεύουν συντροφιά.
Μην απατάσαι όταν τους βλέπεις να γελούν:
στην ουσία εξοντώνονται
από τις συνεχείς μυϊκές συσπάσεις
στο βάθος του πυρήνα τους.
Απομένει να δείχνεις κατανόηση...
Γιώργος Γκανέλης '' Ανάπηροι δρομείς ''
εκδ. Στοχαστής, 2012

Επελέγη για το ποιητικό ημερολόγιο του 2013 -

ΙΩΛΚΟΣ




ΤΟ ΚΑΡΑΒΑΝΙ

Καληνυχτίσαμε τα βουνά, χαιρετήσαμε τα οροπέδια
το άρωμα των πεύκων κέντρισε κάποια μελαγχολικά όνειρα
οι αργυραμοιβοί της νύχτας φωτογράφισαν τη θύελλα που έρχεται
με σημαίες σκισμένες να αιωρούνται στα μπαλκόνια
καθώς το χαρούμενο προσκλητήριο που ακούστηκε
ήταν μια καλοστημένη παγίδα σταλμένη από άλλους καιρούς.
''Μια πυρκαγιά, λοιπόν, μια φυματίωση των σπλάχνων
που θέλει νερό και καθαρό αέρα''
γνωμάτευσε ο έμπειρος γιατρός.
Έφτασε το καραβάνι από την κρύα εποχή
τα παράξενα σημεία στοιβάζονται σε αρένες
η αναμενόμενη βροχή δε θα μπορέσει να καλύψει
τις άδειες λίμνες και τα ξερά τοπία
όλος ο κόσμος θα υποταχτεί στις απαιτήσεις ενός φαύλου
τα ερείπια του χθες επεκτείνονται και στη νέα σοδειά.
Γιώργος Γκανέλης ''Ο σκοπευτής της μνήμης''
εκδ. Στοχαστής, 2013

ΟΙ ΤΡΥΠΕΣ

Πώς να γεμίσεις τις τρύπες
που ανοίχτηκαν σ' όλο το σώμα
ακόμα και στις πλαγιές των βουνών
στις πεδιάδες και στις θάλασσες
από ριπές αδέσποτες - όχι όπλων
δεν ξέρω από τι.
Θέλω να εξηγήσω πολλά φαινόμενα
μα τα σύννεφα εμποδίζουν την όραση
η κυκλοφορία μας στους ουρανούς
κατάντησε προβληματική.
Το μόνο που βλέπω
είναι φαντάσματα της μέρας
ιππότες που τρέπονται σε φυγή
πόλεις χωρίς όνομα
που χτίζονται πάνω σ' ερείπια
κι εσένα ν' αρνείσαι την καταγωγή σου.
Γιώργος Γκανέλης ''Ανάπηροι δρομείς''
εκδ. Στοχαστής, 2012

ΤΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ

Τα χρόνια που ξοδεύτηκαν απ’ τη βιασύνη μας
για να προλάβουμε τη συνάντηση
του κορμιού με την άγρια σκέψη
τα στατικά μεσημέρια
από την κούραση της πρωινής συζήτησης
με τους απόμαχους ή τους άνεργους
η άσπρη γραμμή στον ορίζοντα
και τ’ αεροπλάνο που την τέμνει
εσύ, εγώ, οι φίλοι, οι άγνωστοι
είναι εικόνες
που εκτίθενται σε μουσεία καθημερινής χρήσης
χωρίς εισιτήριο εισόδου˙
ίσως γιατί δεν έχουν τίποτα να πούνε
ή δε θέλουν ν’ αποκαλυφτούν σε λίγους.
Τώρα που γίναμε όλοι καλλιτέχνες
μας άφησε το νερό και κύλησε μακριά
έξω απ’ τη στείρα λογική μας.
Οι πηγές κυριεύτηκαν από επιδρομείς τόσο ξένους˙
οι πηγές οι νηστικές από υγρασία
οι πηγές, και πιο πέρα
ένα μικρό τριζόνι της ερημιάς
αφουγκράζεται τους παλμούς της πολιτείας.
Το λάθος μας το μετρήσαμε στα δάχτυλα
δεν ήταν μόνο δικό μας
ήταν μια κραυγή από αναδυόμενα δελφίνια
που έβγαιναν στη στεριά.
Τις σάπιες ρίζες τις άκουσα και σήμερα
να δίνουν παρηγοριά στους βλαστούς, στα φύλλα
κι αυτά με τη σειρά τους
να ικετεύουν τον αέρα να σωπάσει
να φανεί ο υλοτόμος με το πριόνι –
τι ωφελεί η καθυστέρηση
μιας που η αρρώστια επεκτάθηκε στη σκέψη ;
Ίσως εκείνο το δέντρο με τη νωχελική όψη
είναι μια αντιγραφή πολλών σωμάτων
που ντρέπονται να κυκλοφορήσουν στην αγορά
γιατί εκεί συχνάζουν μόνο οι καλλιτέχνες των μουσείων.
Καλά είναι τ’ αγάλματα – έστω και ακέφαλα –
μα πιο καλά τα άλλα, τα ντροπαλά.
Γιώργος Γκανέλης ''Ανάπηροι δρομείς''
εκδ. Στοχαστής, 2012

ΕΡΗΜΗΝ

Υποψία ελπίδας στα μάτια των προσφύγων
ίσκιος απ’ το δέντρο του άρρωστου δάσους
ένα χάδι κύλησε στην ουλή της νύχτας
ρίχνοντας πέπλα στοργικά στους τελευταίους θεούς
μέσα στην πόλη της αμαρτίας˙
φωνές και ήχοι χωρίς χρώμα
εξουσίες γυμνές στην αποβάθρα της αυγής
«η ζωή άρχισε αργά» σκέφτηκες
« την ώρα που τα πολυβόλα ησύχασαν
μετά το ταξίδι στο κέντρο της μάχης
για λευτεριά του μυαλού, του ύπνου μας».
Ευχολόγια και αναίτιες χειραψίες
τα χέρια σου ζητώ τα μεσάνυχτα
χωρίς πνοή, σαν σημαία, σαν άστρο πολικό
ερήμην των τελευταίων θεών – η άνοιξη κρύφτηκε.
Γιώργος Γκανέλης ''Ο Σκοπευτής της μνήμης''
εκδ. Στοχαστής, 2013

ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΗ ΒΡΟΧΗ

Δε ζητάω πολλά
μόνο μια βροχή ανοιξιάτικη
που θα σου φέρει ξανά στο νου
ζωηρά χρώματα και δυνατούς ήχους.
Εκείνο το βράδυ με δυσκόλευε πολύ η μουσική
ενώ εσύ στεκόσουν στην άκρη του δωματίου
και κοίταζες με αφέλεια τις κινήσεις των παιδιών.
Ήσουν κι εσύ παιδί
μα πάντα προτιμούσες τη σιωπή.
Μιλούσες με τις άκρες των δαχτύλων
καθώς αιωρούσες τα χέρια σου αναίτια.
«Η βροχή έχει ήχο
η βροχή έχει χρώματα» έλεγες.
Μα η ζωή σου είναι βροχή στεγνή
μια καθιερωμένη τελετή
χωρίς μέτρο και ομοιοκαταληξίες
χωρίς την παρουσία μας στους κύκλους των ματιών σου.
Μήπως εσύ μας αγνοείς
ή εμείς σε περιφρονούμε;
Έχουμε πια αποβάλει
εκείνη τη μικρή δειλία που αισθανόμασταν
όταν μαδούσαμε τις μαργαρίτες
όταν κοιτάζαμε το δειλινό να σκεπάζει την πόλη˙
την πόλη που την ήξερες πιο καλά από μας
ενώ για εκείνη ήσουν ανεπιθύμητη.
Τώρα πια δεν υπολογίζουμε τη φρίκη
στο αντίκρισμα της πρώιμης απογοήτευσης.
Οι κίνδυνοι είναι ανίσχυροι
για να εισβάλουν σε φλέβες αλλιώτικες
που η ροή του αίματος έχει λοξή διεύθυνση˙
εκεί μέσα είμαστε μα δεν πνιγόμαστε
γιατί το αίμα μας εκβάλλει στη δική σου οπτασία.
Αν κάποτε αγαπήσεις τη βροχή
πρόσεξε μην την εξαντλήσεις…
‘’Ανάπηροι δρομείς’’ εκδ. Στοχαστής, 2012

ΦΩΝΕΣ

Πάνω απ’ τη μοναξιά της προκυμαίας
σαρώνει ο άνεμος που τώρα πίστεψες
επιβλητικός και σαρκοφάγος σαν ύαινα
προσπαθώντας να παρασύρει μια γοργόνα
που όλο την αναζητούμε σε γαλάζιες σελίδες
βιβλίων και αιώνων – καμιά ένδειξη.
Εύκολα παραβαίνει κανείς τους νόμους της ζωής
όταν η σκέψη ακροβατεί σε σύγχρονες λαιμητόμους
μέσα στην αναγκαστική προσήλωση σε χάρτες παράξενους,
μια χρυσοφόρα φλέβα σε καλεί να την αγγίξεις.
Σύννεφα ενοχής απέπλευσαν απ’ το λιμάνι
φορτωμένα με τοξικά απόβλητα
η φωνή δεν εφάπτεται πια με τη μνήμη
όσων θέλησαν να παραμείνουν διατηρητέες φιγούρες
σε αυλές που ευωδιάζουν από βασιλικό και γιασεμί.
Φωνές, πολλές φωνές σκέπασαν την ομίχλη
κι αυτή εγκαταστάθηκε μόνιμα στα μάτια.
‘’Ο σκοπευτής της μνήμης’’ εκδ. Στοχαστής, 2013


Τ’ ΑΓΚΑΘΙΑ

Τ’ αγκάθια τρυπάνε την πέτσα με μια γλυκύτητα
σαν το χάδι που ρουφάς στην εξοχή.
Είναι αγκάθια τονωτικά
η μόνη λύση για τις ώρες του χειμώνα
που βουβοί κοιτάμε τους δρόμους
να χάνονται μέσα στην ομίχλη
και τ’ αυτοκίνητα που ρίχνουν τον όγκο τους
πάνω στην άσφαλτο
λες κι εκδικούνται για τον άχαρο ρόλο τους :
να μεταφέρουν κορμιά
στολισμένα με λέπια αμάθειας.
Είναι αγκάθια του Γενάρη
είναι αχτίδες της πρόωρης άνοιξης
ένα καλωσόρισμα επιφυλακτικό
που κατεβαίνει ως το μυχό των οστών
μέσα στα σκοτάδια του αίματος,
παντού διέρχεται ασβεστωμένο
μήνυμα μιας νέας ανακαίνισης.
Και πάλι έχουμε λόγους να μιλάμε
ν’ αναρωτιόμαστε γι’ αυτή την άφιξη
ενώ γνωρίζουμε πως γρήγορα θ’ αναμειχθεί
με την γκρίζα διαδρομή των εβδομάδων
και θα ξεχαστεί όπως όλα τ’ αναπάντεχα
αφού τα μάτια κοιτάνε πάντα κάτω .
ο χειμώνας της ψυχής δεν έχει ήλιο.
‘’Ανάπηροι δρομείς’’ εκδ. Στοχαστής, 2012

ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ

Η απουσία σου πλανιέται μες στην πόλη
τζάμια σπασμένα στου Οκτώβρη τις γωνίες
είμαι κομπάρσος σε παμπάλαιες ταινίες
άδειασε η αίθουσα, έχουνε φύγει όλοι.
Δύσκολοι έρωτες κι ανούσιες παρελάσεις
κέρματα πέφτουνε βροχή απ' τις εξέδρες
σε ακατέργαστες πατάω τώρα πέτρες
ισορροπώ στην τρικυμία της θαλάσσης.
Τρύπιες σημαίες αιωρούνται στις ταράτσες
ρίχνω το βλέμμα μου στα πέρατα του χρόνου
είμαι η κάθετη πλευρά ενός τριγώνου
που προεκτείνεται στου σύμπαντος τις πιάτσες.
Ξύλινα λόγια στου λαού τις συγκεντρώσεις
με κατατρέχει μια αδιόρατη μανία
είμαι σε λάθος εποχή και κοινωνία
μες στου μυαλού μου σκαρφαλώνω τις ραβδώσεις.
Έξω βραδιάζει, ο αέρας με τυλίγει
δρόμοι απέραντοι, δεν έχω πού να πάω
τον εαυτό μου και τον ίσκιο μου αγαπάω
αυτοί που κέρδισαν το στοίχημα είναι λίγοι.
Γιώργος Γκανέλης ( Ανέκδοτοι στίχοι )



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου